Σφιχτά κρατιέμαι απ’ τις προσφωνήσεις
να μη γλιστρήσω στων δακρύων την ακράτεια
γιατί κλειδώνονται ολοένα οι δρόμοι
από των χρόνων τα βαθιά τα χάσματα.
Να μη μ’ αφήσεις χαμογέλιο μου.
Μη γκρεμιστώ σε άδεια αγκαλιά το σούρουπο.
Σε βλέμματα μεσάνυχτα μην βυθιστώ.
Όταν ο κήπος μέσα θα φυλλορροεί
κι οι ψίθυροι της νύχτας δεν θα είναι γέλιο
σαν θα καρφώνονται αγκάθια στα ματόκλαδα
κι ο ήλιος δεν θ’ ακούει τη φωνή μου
όταν στο σώμα θα φορώ πέτρες βαριές
και το οξυγόνο θα κλειστεί σε ασημένιους όλμους
να μη μ’ αφήσεις χαμογέλιο μου.
Να μην ξεχνάς να με φωνάζεις μάνα!
να μη γλιστρήσω στων δακρύων την ακράτεια
γιατί κλειδώνονται ολοένα οι δρόμοι
από των χρόνων τα βαθιά τα χάσματα.
Να μη μ’ αφήσεις χαμογέλιο μου.
Μη γκρεμιστώ σε άδεια αγκαλιά το σούρουπο.
Σε βλέμματα μεσάνυχτα μην βυθιστώ.
Όταν ο κήπος μέσα θα φυλλορροεί
κι οι ψίθυροι της νύχτας δεν θα είναι γέλιο
σαν θα καρφώνονται αγκάθια στα ματόκλαδα
κι ο ήλιος δεν θ’ ακούει τη φωνή μου
όταν στο σώμα θα φορώ πέτρες βαριές
και το οξυγόνο θα κλειστεί σε ασημένιους όλμους
να μη μ’ αφήσεις χαμογέλιο μου.
Να μην ξεχνάς να με φωνάζεις μάνα!
''Χρώμα Αύριο''