Βίαιος άνεμος τα όνειρα γκρεμίζει.
Τους μαγεμένους στήμονες εκτρέπει της ζωής.
Στης γης το
προαιώνιο θέατρο
την
κάθαρση ευλογούσαν οι αθώοι
καθώς η οδύνη
στο θυσιαστήριο σπάραζε.
Μα
εσύ
μες του καθρέφτη σου το βάθος χάσκεις,
φορώντας
εκδοχές
αλήτικων ωρών
με
ποθητά ενδύματα
των παραστάσεων,
να
κρύβουνε το μαύρο παραμύθι της καρδιάς σου.
Σωπαίνουνε στην άκρη
του καιρού οι ώρες,
συλλέγοντας ενστάσεις
που μειοψήφησαν και πάλι,
για
τις σφαγές αγέννητων ψυχών .
Χρειάζομαι μια
ανεμώνη το πρόσωπό μου , να
σκεπάσω.
Ένα
ευλογημένο κύμα, να εξαγνίσω τα λυπημένα
χέρια μου,
τα
ανήμπορα , να κουβαλήσουνε του ήλιου
το
σωτήριο βάρος.
Θέλω ένα
δέντρο τροπικό
να κατοικήσω
τις ελπίδες μέλισσες .
Μία φωτιά
ανάσα, να στεγνώσω τις
πληγές
και τις βροχές
των μάταιων δακρύων .
Βαθιά
, μες των ματιών
τις κρύπτες ,
κομματιασμένες
λέξεις, σαν καρφιά,
ουρλιάζουνε ποιήματα .
©
Σκουρολιάκου
Μαρία