Άνθη της γραφής

          ΛΑΜΙΑΚΟΣ ΤΥΠΟΣ

Άνθη της γραφής - Το ποίημα του Σαββάτου

                                     Ανθολόγηση Mαρία Σκουρολιάκου

 Τα φάρμακά σου φέρε
τέχνη της Ποιήσεως,
που κάμνουνε -για λίγο-
να μην νιώθεται η πληγή.
(Κ. Καβάφης)

Μια πληγή που διαχρονικά αιμορραγεί, ο κόσμος. Ο άνθρωπος έφτασε ως τις μέρες μας μέσα από τα σφαγεία των πολέμων, τους ανομολόγητους θανάτους, την τέφρα των αθώων και σήμερα, μετά τόσους αιώνες, ψάχνει ακόμη το πρόσωπό του σ’ έναν πλανήτη που του κόβει την ανάσα από την ομορφιά αλλά και τη φρίκη. Και πιο πολύ από ποτέ, μένει απαθής, τρομαγμένος και εγκλωβισμένος σε μια φοβερή και αόρατη καταστολή, που συντελείται με τεχνολογική μαεστρία μέσα από την εικονική πραγματικότητα η οποία εισβάλλει στις ζωές ασύστολα. Ο θάνατος και τα αίσχη παρελαύνουν και λογής εφιάλτες προδίδουν κατά συρροή το καλό.
Κάποτε, σε κάθε τραγική κατάσταση, το όραμα γεννούσε μια εκρηκτική αντίσταση. Οι λέξεις παιάνιζαν στα στόματα των καταπιεσμένων, εκπυρσοκροτούσαν και γκρέμιζαν θρόνους και μιαρές εξουσίες. Τώρα σιωπή και φόβος. Οι λέξεις παραπαίουν σε γκρεμισμένα νοήματα, κλονίζονται θεμέλια και οι αξίες της ζωής χάσκουν στις ακρώρειες της απώλειας.
«Κι οι ποιητές τι χρειάζονται σ’ έναν μικρόψυχο καιρό;» αναρωτήθηκε ο Γερμανός ποιητής Χέλντερλιν.
Η ποίηση σ’ αυτούς ακριβώς τους καιρούς χρειάζεται περισσότερο. Γιατί είναι η αναζήτηση της αλήθειας μέσω των λέξεων. Η ποίηση βρίσκεται μες στον καθρέφτη μας. Εκεί που στοχαζόμαστε ποιοι είμαστε, εκεί όπου ψάχνουμε την ευθύνη μας απέναντι στον άνθρωπο που αδικείται, απέναντι στο παιδί που πεινά. Που μετράμε τη στάση μας ενάντια στους αήθεις που επικαλούνται το ήθος και στους ανέντιμους που μιλούν για εντιμότητα.
Η ποίηση είναι στον δρόμο της αγάπης γιατί όποιος αγάπησε αληθινά, δεν κατέστρεψε ποτέ. Είναι στα μονοπάτια της μνήμης όπου οι ρίζες ενώνουν το χώμα με τον ουρανό.
Η ποίηση είναι κραυγή στη σκοτεινιά των οριζόντων. Σπαράζει με τον ακατάσχετο καημό της γης, μιλεί για ένα «ναι» που παραμυθεί, για ένα «όχι» που σώσει. Μας προσκαλεί να υψώσουμε τις λέξεις που φυλάσσουν τον ναό του αύριο, απ’ το σαθρό και το εξωπνευματικό. Να αντισταθούμε στην προσ-ποίηση, την παρα-ποίηση, την εκ-ποίηση και άλλες προθέσεις…
Η ποίηση και η ποιητική στάση ζωής είναι το αντίπαλο δέος, το χτίσιμο του αναχώματος κατά της φθοράς. Είναι η ψυχική αφύπνιση, ο δρόμος του ρίγους που ενεργοποιεί τις δυνάμεις της ανθρωπινότητας, της ανά(σ)τασης, του φωτός και της αρμονίας.
Ποίηση λοιπόν σε πείσμα των καιρών. Ποίηση από τον Όμηρο μέχρι τον Ρίλκε. Από την Σαπφώ μέχρι τον Βρεττάκο. Από τον Πόε μέχρι τον Ντύλαν Τόμας και τον Βάρναλη. Από τον Ρεμπώ μέχρι τον Καρούζο και τον Παπαδίτσα. Από τον Σεφέρη μέχρι τον Εγγονόπουλο και τον Ελύτη. Από τον Λόρκα μέχρι τον Λειβαδίτη και τον Ρίτσο, τον Σαραντάρη τον Γκόρπα, τον Μαρκόπουλο και τόσα άλλα φωτεινά ονόματα, επωνύμων αλλά και απλών εργατών του λόγου.
«Η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή». Ας τη διαβούμε, μέσα από τις σελίδες του Λαμιακού Τύπου, κάθε εβδομάδα με «Το ποίημα του Σαββάτου» και τα «άνθη της γραφής»

Πρώτο ποίημα συμβολικά:
 
Τα Αντικλείδια
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.

Γιώργης Παυλόπουλος (γενν.1924)
(Τα αντικλείδια, 1988)