Πικρή επετηρίδα



   Ασθμαίνουσα η  ψυχή , ξεφυλλίζει  ερίτιμα αρχεία . Λεπτή φαγεντιανή, δαμάσκο και   ατλάζι .
    Της  πασχαλιάς  μωβ άρωμα  φυσά . Σύννεφα   νυχτοπούλια  στου  καιρού  το ανεμολόγιο. Ατέρμονη    του νου  η  γλώσσα  , κάθε γραμμένο ιχνηλατεί .
      Ήχοι του πόνου , πέτρα  μνήμη, άγρια  περάσματα .
     Ζώντας για χρόνια  σε παλίρροιες  σπαραγμών , στης  πίκρας  ύστερα τα  χαρακώματα , φοβήθηκαν ν΄αγαπούν.  Μάτια της τρυφεράδας  και της  ανοιχτής  πληγής.   Αισθήματα   γερμένα   και   σώματα   τριγμένα απ΄τη στέρηση .
     Ζυμώνοντας το φως  με  θραύσματα και ερείπια , υψώνοντας  το δισκοπότηρο  στο  αύριο.
      
    Σας ακούω,  όταν  τις νύχτες  περπατάτε  πίνοντας  το  κρασί  της νέκυιας  στην  εγκοπή του  χρόνου. Όταν ανάβετε στο διάκενο  λυσίπονες σιωπές μέχρι την πόρτα. .
     Μέχρις εκεί  που η αλήθεια , μισή από πάντα,  όλο συντρίβεται  κι όλο στοιχειώνει στο καταπέτασμα .
     Εκεί,  που η ζωή,  γίνεται  χτες  ανέκκλητα  και συμπληρώνει αγέρωχος   ο θάνατος,  την πιο  ανομολόγητα  πικρή  επετηρίδα  κι ας είναι καμωμένη,  από  λεπτή φαγεντιανή , δαμάσκο  και ατλάζι.


© Σκουρολιάκου Μαρία
                                                              






















Φωτογραφία




           Γλυκό τραγούδι  βγαίνει απ΄τη φωτογραφία .
          « Κάτω  στο ρέμα  το βαθύ  Ερηνάκι μου  »
   Βλέμμα  θαμπό     ακροροεί  με  το λυγμό του χρόνου .
             Βαθιά  πλατάνια  ισκιώνουνε   τη θύμηση
       καθώς  παλεύεις   μάταια , τα κομμάτια να ενώσεις
                      κάθε  καμένης   μέρας ,
       που   λεηλάτησαν    στερνοί  αποχαιρετισμοί .
                Κι  ένα ποτάμι   λέξεις   μισεμένες 
           σταλάζουν   στον καημό ,  λυτρωτικό  νερό .
                  Αγριοπεύκι, αμάραντο , μυρτιά
          και   το   τραγούδι  απ΄τα παλιά  πλατάνια.
         Το  σιγοτραγουδούν με  ολόιδιες  φορεσιές
           τη  γη  χτυπώντας   με  τα  ονόματά  τους .               
 Μάνα , πατέρας  , αδερφός  κι οι  άλλοι  της  αγάπης  όλοι
        που  προσκαλούνε   λίγο  τόπο  απ΄την  καρδιά
                       να μη τους   πάρει   η λήθη
                                 στο βυθό της .
 © Σκουρολιάκου Μαρία


 





























































































Χαίρε



    Οι πρώτες  μου λέξεις στο 2014, παραπαίουν ανάμεσα στην τρυφερότητα και την οργή.  Συγκρούονται με το ανεπαρκές της πραγματικότητας  που βιώνουμε , καθώς τα άκτιστα θαύματα , έλκουν την ψυχή  στην απροσμέτρητη  ομορφιά  κάθε γέννησης . Στην καρδιά του χειμώνα , στην πιο νεκρή  εποχή , η Γέννηση  και η άφιξη  του νέου χρόνου  λειτουργούν συμβολικά,  τροφοδοτώντας  τον   ασταμάτητο κύκλο της ζωής.
    Από την άλλη  πλευρά , η  ζοφερή  προσγείωση  της  επί γης ειρήνης,   με όποιο νόημα,   απογυμνώνει πλέον καταλυτικά τις μεγάλες  γιορτές και τα μικρά, αληθινά όνειρα. Γιατί  έχουν μισέψει  οι μοσκοβολιές   κι απόμειναν συλλεκτικές μνήμες  κι ευχές προδομένης ευλάβειας.
   Ακόμα και τα παιδιά  που διακονούσαν   το μήνυμα  της ισότητας,  με την αθωότητα  των  επιθυμιών,   πληρώνουν το τίμημα  του Μινώταυρου  στην  πιο τραγική του εκδοχή .
   Πίσω μας  ο χρόνος χάθηκε,  μέσα στο απαρηγόρητο των πράξεων , καταγράφοντας  ακατανόητες   ζημιές και  ανήθικα κέρδη.  Χάθηκε  μέσα σε ένα θηριώδες παιγνίδι πόνου,  με απώλειες και δυστυχίες,  που σκεπάστηκαν με παρηγορητικές ελεημοσύνες  και “αποφάσεις ανθρωπιστικές.”
     Θολά τοπία και αμνησία εκ προμελέτης. Σ΄όλους τους ουρανούς,  σ΄όλα τα χώματα,  με το απόλυτο αίσχος να διαμορφώνει  συνθήκες πρωτόγνωρου ευτελισμού . Να  πολλαπλασιάζει τη  υποταγή , τις μεταμοντέρνες  εκφυλιστικές αντιδράσεις , την ισοπεδωτική  παραδοχή μιας νέας μοίρας. Να  εγκλωβίζει  τους πολλούς   μεταξύ  αύξουσας πενίας και φθίνουσας  αμοιβής , καταπλακωμένους από διαπλοκές συμφερόντων  πλανητικής  τάξης,  που εμπορεύτηκαν τη αφέλεια,  τη μωροφιλοδοξία  και τη λήθη.
     Λήθη ενός ολόκληρου πολιτισμού  που ανατέθηκε στη διαφήμιση. Μαζοποίηση   του κόσμου   και απομάκρυνση  από το μυστικό σημείο της  ζωής  .  Καταστολή  και ανθρωποθυσίες.  Στο ανατομείο των δελτίων ειδήσεων,  πάσχοντα   σώματα  γράφουν ιστορία  και μπροστά στα μάτια μας  επωάζονται οι νεκροί του μέλλοντος .
    Είναι ανάγκη λοιπόν να μιλήσουμε για προσδοκίες . Εμείς , οι επιζώντες του χρόνου  που  πέρασε.  Με  την πολυτέλεια , να ανακαλούμε   τους χιλιάδες λησμονημένους , να αγωνιούμε  για τα όνειρα  και τις ελπίδες  των πονεμένων , για τη σήψη και τη διαφθορά των εξουσιών .
   Αλήθεια , τι περιμένουμε ;
Με  κομμένη  την ανάσα   παρακολουθούμε   για πολλοστή φορά τις σφαγές απ΄τις οθόνες . Για πολλοστή φορά  αποφάσεις , συμφωνίες , μένουν σε  άχρηστα χαρτιά ,  χειραψίες  και   αναμνηστικές  φωτογραφίες. .  «Ερειπιώνες των λυγμών / που η αλήθεια των αρχαίων σοφών δεν αποτρέπει / μήτε ο φόβος του Θεού κι η Νέμεση/μηδέ των χαμερπών οι εκεχειρίες»
    Δίπλα  μας παιδιά  θυσιασμένα ,  κλεμμένο ψωμί , λασπωμένα όνειρα , τσαλακωμένες  υπάρξεις ,  βία  και διάτρητοι νόμοι .
Χαίρε η χρόνια  νάρκη των ψυχών.
Χαίρε  η των εξουσιών αλαζονεία.
Χαίρε   η Αθήνα  σπαράζουσα ,  η  Αφρική  , η Βομβάη , η Γάζα , η Συρία , το Αφγανιστάν, ο Νίγηρας .
Χαίρε   οι χορτασμένοι της απάτης   και  τα παιδιά  δίχως  δικαίωμα.
Χαίρε η ατιμώρητη ΑΣΕΒΕΙΑ.
Χαίρε η παρέλαση του φόβου , η σιωπή  των αστέγων , η   χλιδή  των ενόχων .
      Ο χρόνος  ξανά κι εφέτος μοιάζει σαν εισβολή   και  όχι σαν παρηγορία. Η ελευθερία του,  καθώς έρχεται από τα βάθη  του Ηράκλειτου  με «τα πάντα ρεί» , μοιάζει  να καταλύεται.  Γίνεται δέσμιος  ενός    παγκόσμιου  κανόνα   που καταβροχθίζει  το παρόν και το αύριο,  στην κλίνη του   Προκρούστη.
   Και ,  πού  είναι  η τρυφερή  ματιά της μνήμης , η επαλήθευση της καλημέρας;  Στη νέα  ηθική  του  «χρόνου φείδου» , τα πακέτα των ωρών, ξοδεύονται  σε ημέρες ταχείας κυκλοφορίας   και ηλεκτρονικές  σχέσεις .
    Αγέρας  που σαρώνει κορμιά και αισθήματα  . Ευχές  που κρέμονται  κουρελιασμένες  μπροστά  σε  έκπληκτα μάτια  και χέρια  που   ικετεύουν .
     Απομένει  να δώσουμε  όσο το δυνατόν περισσότερες απαντήσεις  για τον ηττημένο χρόνο που έφυγε, για τον  πλειστηριασμό  των ανθρώπων , για  το απαρηγόρητο,   που δεν θα ξοφλήσουνε  ποτέ  οι τύψεις μας .
    Είναι πολλές οι μέρες για να σκεφθούμε . Να πονέσουμε , να ντραπούμε , γιατί  ακόμα μια φορά,  δεν διασώσαμε  το πρόσωπο  της αγάπης .
      Καλημέρα!


© Σκουρολιάκου Μαρία