Ανείπωτη θάλασσα

Ανείπωτη  θάλασσα  φεύγει
σκουπίζοντας  με ξέπλεκα μαλλιά τις μέρες.
Η καλημέρα  
φυλλοροεί  αδιάκοπα  στο κίτρινο του  χρόνου.

 Ένα  μαντήλι    στα  φτερά του  ανέμου
χορεύει την ελπίδα.
Μέσα  μας χορεύει.

''ΧΡΩΜΑ ΑΥΡΙΟ''














 

Πανσέληνοι δρόμοι



   Τ’ ολόγιομο φεγγάρι πάλι απόψε θα τρυγήσει,  του κόσμου τον πολεμικό χορό. Το πετρωμένο αίμα,  τα βλέμματα που στάζουν ανελέητα  φαρμάκι του καιρού, πάνω στις ώρες.
  Για τον αυριανό τον ήλιο θα μονολογεί που θα φωτίσει της αυγής τους πεπρωμένους.
   Θ’ ανάψει στα σώματα του πόθου τον πιο ηδονικό χρησμό.
   Στα σκοτεινά πελάγη  θα συλλέξει τις ικετήριες σκιές  όσων βυθίστηκαν γιατί τα βράδια εκείνα ήτανε μισό.
   Κραυγές θ’ αδειάζει στους γκρεμνούς  που οι λύκοι μοναχά θ’ ακούνε.
   Θα πει μια καληνύχτα στους θεούς και στ’ ακριβά τους δώρα τα αιώνια.
  Τον ύπνο του μωρού  θα νανουρίσει για  να κοπάσει  των ανθρώπων τους λυγμούς.
  Θα πέσει ύστερα στης παλίρροιας την κοίτη, παλεύοντας μάταια να  σβήσει, της μαχαιριάς το κοκκινόμαυρο  πανί. 
 ''ΤΟ ΚΥΡΙΩΣ ΣΩΜΑ''
 













 






Μαρίες



Σήμερα
σαν κοιτάς τα κύματα
είναι οι μάνες Παναγιές
που  τ’ αγκαλιάζουν.
Και σαν κοιτάς τα έλατα
είναι οι μάνες Παναγιές
που τα θροΐζουν.
Ύστερα, 
σαν σωπαίνουν οι ψαλμοί
γίνονται
αμέτρητες Μαρίες
που μοσκοβολούν
δεκαπενταύγουστη αγάπη.
 ''ΤΟ ΚΥΡΙΩΣ ΣΩΜΑ''







Το τραγούδι


Και ξεχύνονταν όλες οι φυλές του αγέρα
στροβιλίζοντας ελιές και νεράντζια
αγκαλιές και λασπωμένα πόδια κι άμμο χρυσή
που κλεψύδρα στην αγάπη μονάχα
καθώς ο ιδρώτας έχτιζε παράθυρα στον ουρανό.
Κι ήταν απλά σαν κοίταγμα μωρού τα όνειρα.
Κι ήταν όλα απλά σαν ψωμί
και θυμάρι της Μάνης.
 

''ΧΡΩΜΑ ΑΥΡΙΟ''