Το
ηλιοβασίλεμα προσκυνάει γαλήνια τους πάμφωτους κίονες της μνήμης.
Ξεκαρφιτσώνει
των τοίχων τα συνθήματα, να φυσήξουν τη σκέψη.
Οι ασκητές
των λέξεων ταξιδεύουν την ελπίδα σε πλατείες ηλεκτρονικές. Άλλοι, μιλούν
πύρινους λόγους στους συνωστισμένους που καταπίνουνε το στεναγμό.
Ο ουρανός
εξορύσσει σκόνη κι όταν αναπαύεται, δεν είναι πια ουρανός. Χελιδόνια ψαλιδίζουν
απτόητα την παραίσθηση της γης, μα,
πώς ν’ ανασάνεις με τόσο καημό, τόσα αίματα που στοιχειώνουν τις μέρες.
Για τα ωχρά
πρόσωπα που έρπουν στα κράσπεδα. Για τον κόμπο στο λαιμό πίσω από πέτρινες
αλήθειες. Για τα εξαίσια παιδιά που μισεύουν. Για τις άσπλαχνες στατιστικές που
κατασπαράσσουν το όνειρο, κωφεύοντας στην παντάνασσα θλίψη των ναυαγισμένων.
Στερεύουν οι
λέξεις μες στην απόλυτη ερημία του πλήθους που κροταλίζει σιωπή, ενώ στις
εκλάμψεις κάθε φωτοχυσίας λαγουμίζει στο φόβο.
Φωτιά και
στάχτη κι ο σωρός των ονομάτων, που δώρισαν το μετά του χρόνου. Για να αποδοθεί
στα ερχόμενα.
Εμείς τι θα
δώσουμε;
''ΧΡΩΜΑ ΑΥΡΙΟ''