Σεπτέμβρης

        Ανομολόγητα χαράχτηκε  το καλοκαίρι  και κολυμπήσαμε  σε κόκκινες θάλασσες  με αχρωματοψία  αθεράπευτη, αφού, ξένη η λύπη, ξένος ο θάνατος, αριθμός είναι που περνάει στις οθόνες βιαστικά .
       Σκάφη  λευκά στο πέλαγος,  έχουν παράταση Αυγούστου και στο κατάρτι  με τιμές  πλειστηριασμού, αγορασμένα  σκέλη.
      Μη σκέφτεσαι . Θα  σε τρομάξει ο καθρέφτης. Μην αγχωθείς , αφού ξένος ο θάνατος...
      Κλεμμένος αγέρας φυσά, στις γειτονιές θυσίες, σάρκες, οργή, αποκεφαλισμοί.  Αλλόκοτη  του θάνατου ηδονή, δρόμοι του Έμπολα φρουμάζουν.
     Πού πάει τούτος ο πόνος  φτύνοντας τις χαρές κάθε ξημέρωμα; Στη Λιβερία, στη Ρώμη, στη Λιβύη στην Κίσσαμο.  Αύριο πού ;
     Σε λίγο θάρθουνε τα χελιδόνια του Σεπτέμβρη, μέσα σε αίθουσες  ονείρων θα γράφουνε  την αλφαβήτα με τα καθαρά τους μάτια , θα στέλνουνε φιλιά απ'  το παράθυρο, να ταξιδέψουν  όπου αγαπούν.
      Με τα μικρά τους χέρια  θα  πάρουνε τις λερωμένες μας  ζωές   μέχρι τον Ιορδάνη. Κάποιοι θα φτάσουν, άλλοι θα διπλωθούν στα δυό. Μην πεις και πάλι τρεις φορές ''ουκ οίδα''.
      Αύριο Έμπολα, πείνα, αγριότητα, αυτοχειρία,σφαγείο στο φως.
      Αύριο καλημέρα ;
   © Σκουρολιάκου Μαρία 
        (Βαν Γκόγκ)
 
“… Γύρισε κι ο Σεπτέμβρης από τις διακοπές.
Τελευταίος. Με το τελευταίο δρομολόγιο
του κατάφορτου Αυγούστου: τσουμπλέκια
ποδήλατα ψησταριές ψυγεία ονόματα
ξεφούσκωτα κυμάτων αφρολέξ, κελαρύσματα
ορεινών χωριών δεμένα σε πτυσσόμενα πλατάνια.
Και πολλά δέρματα. Τέλεια κατεργασμένα
στον ήλιο. Για εξαγωγή.
            (Κική Δημουλά, απόσπασμα  από το ποίημα « Λυόμεν層