Φωτιά και στάχτη



     Το  ηλιοβασίλεμα  προσκυνάει γαλήνια  τους  πάμφωτους  κίονες   της μνήμης.
     Η δεξαμενή  των καθαρμών στα παλιά βιβλία,  ενσαρκώνεται . Αιγαίος  χαιρετισμός  ξεκαρφιτσώνει   των τοίχων  τα συνθήματα  να φυσήξουν  τη  σκέψη.
     Οι  ασκητές  των λέξεων,  σεργιανούν την ελπίδα τους  σε  πλατείες ηλεκτρονικές .  Αλλοι ,  μιλούν  πύρινους  λόγους  στους συνωστισμένους  των  δρόμων , καθώς κέρινα πρόσωπα  καταπίνουν τοξικά νέφη , σφίγγοντας τη  γροθιά,  να ισορροπήσουν το φόβο τους .
     Ο ουρανός  εξορύσσει   σκόνη  κι  όταν αναπαύεται  δεν είναι  πια  ουρανός.
     Τα χελιδόνια  συνεχίζουν απτόητα ,  ψαλιδίζοντας την παραίσθηση.
Σιδερένια πουλιά  βομβίζουν  αναιδείς θριάμβους. Φέρνουν αμμοθύελλες στο κίτρινο απόγευμα  που παλεύει τη  στέρηση.
   Οι νύχτες κατεβαίνουν ολοένα  πιο  γυμνές  στο πράσινο που οργιάζει, και , πώς ν΄ανασάνεις  τα δώρα της γης  με τόσο  καημό , τόσα  γιατί , τόσα  μάτια που στοιχειώνουν  τις  μέρες ..
    Για   τα   ωχρά  πρόσωπα  που   έρπουν στα κράσπεδα .   Για τον κόμπο που    σφίγγει  άγρια  το λαιμό  πίσω   από  πέτρινες    αλήθειες .     Για τα εξαίσια   κορμιά     που   μισεύουν .   Για τις άσπλαχνες στατιστικές  που  κατασπαράσσουν το όνειρο    , κωφεύοντας  στην  παντάνασσα  θλίψη  των ναυαγισμένων.
   Αισθάνεσαι  πως στερεύουν   οι λέξεις . Ότι τελειώνουνε  οι άνθρωποι και  όλο ζητάς βοήθεια  στο  κενό.  Μες  την απόλυτη    ερημία  ενός πλήθους  που  κινείται  ασταμάτητα  στις  εντολές  αόρατου  υποβολέα .        Στις  εκλάμψεις  κάθε  φωτοχυσίας  κροταλίζει  σιωπή  και  τα πλάσματα  λαγουμίζουν .
    Όμως  το  ρολόι  της καρδιάς  περιστρέφεται  σε   αέναο  κύκλο  καθώς ο  Ηράκλειτος  αμετάκλητα  μας γνέφει   « τα πάντα ρει ».
    Το  φως  εναλλάσσεται με το σκοτάδι.   Η γη προδομένη     ψάχνει το πρόσωπό της . Μέσα στο δάκρυ  ξημερώνει  το  αγιασμένο χώμα . Η θάλασσα,  κουβαλάει ταξίδια μαγικά  και πένθιμα στο βυθό,  και στις μπλέ δέλτους  των συμβάντων της, μελετούμε  για χαμένες πόλεις  και αρχαία χορικά  , για τους  μέτοικους  του    νου   και τον  Οδυσσέα του νόστου .
     Φωτιά  και  στάχτη   κι ο σωρός  των ονομάτων , που  δώρισαν το μετά του χρόνου.  Για να αποδοθεί στα ερχόμενα .
    Τι  θα  δώσουμε ;
     Στην άγραφη  σελίδα που μας έλαχε , τι  θα  καταθέσουμε ξορκίζοντας  τα   θηρία   που αλυχτούν , λυτρώνοντας  τις παλιές ψυχές που  προσμένουν ;
     Οι δοσμένοι  αγνοούν της μνήμης  τα γιασεμιά , τους τριγμούς  της  ρίζας  και του  γέλιου το γέννημα,  που   επιστρέφει   απαιτώντας  το  μερτικό  του.
     Στο  όνομα   κάθε στιγμής  που αναδύεται  μια ύπαρξη,   με το ιερό της δικαίωμα  να  ζήσει , προδιαγράφεται  μια ανάσταση ,   που  πιστώνεται  πεινώντας  γνώση  και    άνθρωπο. Πατώντας  σε σπασμένα γυαλιά. Σφίγγοντας στην παλάμη  συρματόπλεγμα .  Θρυμματίζοντας  αδιέξοδα  λάθη .   Ταξιδεύοντας  από  σώμα  σε  σώμα   το γράμμα του ρόδου .
     Η  ζωή  μόνον  έτσι  δίνεται .


© Σκουρολιάκου Μαρία