Αναδύεσαι σε πελάγη και αίμα
Ανατέλλεις σε στιγμή κεραυνού .
Εκρήξεις
φωτός σε δυο μάτια
κι
αδυσώπητη μοίρα η Δύση .
Τρυφερά στοιχίζονται οι ώρες στην παρέλαση
της μέρας
Χέρια και μάτια εξερευνητές.
Αχόρταγα βήματα .
Η καρδιά γεύεται τ΄άγνωστο μέλι .
Μέσα σου χιλιάδες χρόνια διαδέχονται το
απαράλλαχτο
Οι εποχές στο σώμα παραγγελιές της μοίρας .
Αναπότρεπτη μαχαιριά σε κυνηγά στις γωνιές .
Φυλλομετράς τα περιστατικά της νοσταλγίας .
Ξεσκονίζεις τα δώρα του πόνου,
τα πορτρέτα των οραμάτων,
πίνοντας λαίμαργες γουλιές
απ΄το
κρασί των απραγματοποίητων ερώτων.
Ψηλαφώντας τα μέλη,
που λάτρεψαν τις επαναλήψεις των πόθων .
Χτίσαμε μέσα μας μια Οικουμένη .
Τα δέντρα της καρπίζουν
Απ΄τις τρυφερές εξομολογήσεις των ανέμων ,
ή με τις κραυγές των παθών της μνήμης τα
θραύσματα .
Τα όνειρα φυλλοροούν .Ο Δεκέμβρης στα μαλλιά
.
Το τραγούδι πέρασε το ποτάμι
κι η πυξίδα δείχνει τη δύση.
Δεν ελπίζω στους προφήτες .
Μοναχά στους σεισμούς των ψυχών .
Απομένει η γύμνια απέναντι στ΄άπειρο
κι ο δικός σου ο κλήρος .
Η νύχτα σου τραβάει τα χέρια. Η γη τα πόδια
σου .
΄Αχρονος χρόνος
σκορπίζει προσωπικά στοιχεία στον ουρανό.
Γράφει τ΄αρχικά του ονόματος στη λευκή σελίδα
.
Δε σε φωνάζουν πιά Μαρία , Ελένη , Αλέξανδρο .
΄Ένα άστρο γίνεται στο Γαλαξία των ασωμάτων .
©
Σκουρολιάκου
Μαρία