Εφημερία στα φεγγάρια του καλοκαιριού, με τα περιστατικά της μνήμης να μπαινοβγαίνουν σε ασθενοφόρα λέξεις.
Σωρεύονται στους διαδρόμους του
νου, οι φωνές, οι πνιγμένες κραυγές, οι σιωπές κι οι απόπειρες των ερμηνειών,
για τα καλοκαίρια που πέρασαν
απαρατήρητα στο στρωμένο τραπέζι της υπομονής , στο θυσιαστήριο των ονείρων ,
στα μεγάλα “ναι” της υποταγής, τα
μικρά “όχι” του καθρέφτη.
Τα “θα” και τα “δεν” που μπερδεύτηκαν στο
δίστρατο και τραβούσε
απ΄τα μαλλιά το “πρέπει” και οι σειρήνες
φιμωμένες , μόνο κυττούσαν τα σπασμένα φτερά , τα κομμένα χέρια, τα αφορισμένα
“θέλω” .
Στο βυθό κολυμπάει ένα παιδί, προσκομίζοντας το πολύτιμο φως του σπηλαίου . Η γνώση της άγνοιας λυτρώνει τις αισθήσεις. Ένα παιδί κωπηλατεί, αναβάλλοντας
το τέλος κι ο θεός των ματιών του , όστρακα , βότσαλα, κοράλια, θαύματα,
παραμυθία.
Μισές
λέξεις σεργιανίζουν στην αλμύρα,
διώχνοντας κύμα το κύμα ολόκληρες προτάσεις, που στοίχειωσαν τις ώρες μας και
χάσαμε τα καλοκαίρια , όταν ήταν τα φύκια άλικα , τυλιγμένα στα ρίγη της
ασθμαίνουσας επαφής . Όταν, χαράσσαμε στη φλούδα της μουριάς τη γεωμετρία των
ονομάτων κάτω από ηλιόφωτες νύχτες και μέρες πανσέληνες .
-Γιαγιά έχει ο αχινός καρδιά;
-Την κρύβουν τ΄αγκάθια του, μωρό μου !
-Κι οι άνθρωποι έχουν κι αυτοί αγκάθια γύρω απ΄την καρδιά τους;
-Πολλά . Όμως εσύ θα βλέπεις μόνο την καρδιά .
Τ΄ αγκάθια , θα τα βγάζεις ένα - ένα με την αγάπη .
Τ΄ακούς
μωρό μου; Με την αγάπη .....!!
©
Σκουρολιάκου
Μαρία