Ταξίδι στο Δημοτικό Σχολείο Αμφίκλειας




Εκεί  που μόνο πράγματα θολά παρελαύνουν στις ώρες , που  ανεμοστρόβιλος  εικονικός  επιβάλλει τρομαγμένες σιωπές , πετάγονται άξαφνα  κάτι  στιγμές  από  αστερισμό  σχολείου .  Ξημερώνει μια τυχερή μέρα  και γυρνάς στο παιδί  μέσα σου, να τρυγήσεις αθωότητα  και όνειρο κι ελπίδα.
    Εδώ δεν υπάρχουν τοίχοι  παρά μόνο χρώματα κι αρώματα λουλουδιών. Ζωγραφιές που μοσκοβολούν, πρόσωπα ήλιοι  και καρδιές ολάνοιχτες εξω απ΄το σώμα, στη  θέση τους τη σωστή . Ένα τοπίο   απαράμιλλης σύνθεσης  , στα θρανία  και στις εικόνες  , γεμάτο με  τόση   αγάπη  που δε βρίσκεις  παρά μόνο στο σύμπαν . Τόση αλήθεια που  έχουμε   χάσει μέσα  στην  εσωστρέφεια  και   κυρίως  μέσα  στις διπλές όψεις των αισθημάτων για τον άλλο .
    Πρώτη τάξη Δημοτικού .! Βρίσκεσαι ανάμεσα σ΄ έναν ουρανό με εικοσιένα αστεράκια . Σε μια θάλασσα κι όπου να κυττάξεις βγαίνουν μικροί θεοί ! Να σε κοιτούν , να σου μιλούν και να  βρίσκεις τ΄ανθρώπινο μέτρο.  Όλο το μέλι και το γιασεμί  πήγε   και κάθησε στα πρόσωπά τους.
Φωνές αηδόνια κι άγρια μικρά  πουλιά του αχειροποίητου. Φως αδαπάνητο  που  σου  ζητάει  τόπο  για τα μεγάλα της ζωής που χάραξεν η σοφία των θαυμάτων .
       Σωπαίνεις  και  ταπεινά   διδάσκεσαι  όταν συστήνουν την απλότητά τους .  Αναπνέεις το οξυγόνο τους κι αρχίζεις να θυμάσαι. Θυμάσαι το παιδί  που  έχει  κουρνιάσει σε μια γωνιά  διωγμένο απ΄τα κατά συνθήκην ψέμματα . Θυμάσαι πως η ζωή δεν είναι η αναίσθητη προσαρμογή  της ενήλικης σφαίρας . Θυμάσαι πόσο  θα φταίς  για κάθε πόνο που θαρθεί σε τούτες τις ζωές  που ονειρεύονται  και συ δεν έχεις, και δεν σου αφήνουν χρόνο να παλέψεις γι΄αυτό , δοσμένος στην ύλη των πραγμάτων,   στα ασήμαντα  και στα μάταια των αντωνυμιών . Θυμάσαι, πόσα   χρόνια πέρασαν απ΄το παιδί που ήσουν κάποτε , όταν  πέρασες στην αντίπερα όχθη.
    Το ίδιο  φως  της αφτιασίδωτης  ομορφιάς πλημμύριζε   όλες τις  κυψέλες  τάξεις  του σχολείου,  με  πολύχρωμα  συναισθήματα , χαμόγελα κι  δύναμη ελπίδας. Κι  ως , ανάμεσα σε τόσο φως , μονάχα μ΄ένα δάκρυ εξιλεώνεσαι , να λες  ευχαριστώ  χίλιες φορές μπορούσες .
Ευλογείς την τύχη  και την τιμή να σου χαρίσουν τέτοιες στιγμές. Ευλογείς τις δασκάλες , τους δασκάλους με το μεγάλο χρέος να πορεύονται μαζί μ΄αυτά τα υπέροχα πλάσματα . Πόσο τυχεροί  να γίνονται παιδιά , να μη γερνούν ποτέ, να κρατιούνται οι ώρες τους από τ΄αθάνατο νερό  και να ισορροπούν τους καθημερινούς θανάτους.
      Αναχωρείς  ανάμεσα σε χέρια τρυφερά που σου φωνάζουν “γειά” και σου στέλνουν φιλιά μαλάματα . Αναχωρείς με το υπέροχο φορτίο   της χαράς που σου δωρίστηκε, που η βαρύτητα δεν σε κρατά.
     Μελαγχολείς και  ντρέπεσαι  γιατί  μεγάλωσες ....
    



© Σκουρολιάκου Μαρία