Σ΄έναν άρρωστα λευκό ουρανό σκορπίζουν
τα άνθη του κακού , με το χέρι αβέβαιου πολιτισμού και λιώνουν από πόνο
οι πάγοι, πλημμύρα οργής, φωτιά και στάχτη. Με προσευχές σκοτώνουν οι
άθλιοι την Άνοιξη και τρέμει η γη σαν οργισμένος θεός του Ολύμπου , στων
θνητών τα έργα.
Μνήμες απλώνουν τα χέρια στις γυρισμένες πλάτες . Μισοτελειωμένα ποιήματα γυρίζουν στον ήλιο, ελεύθεροι πολιορκημένοι. Οι λέξεις βιάζονται, η αγάπη επί ξύλου, οι άνθρωποι πέτρινα ονόματα, εκεί στο ματωμένο χώμα . Μια μήτρα φως ελπίζουν οι πάσχοντες . Ανάβουν κορμιά, σκεπάζουν τις κραυγές χορεύοντας οι λύκοι. Στο βάθος Νέμεση και δίκοπη προφητεία.
Ταξίδια από τον Ήλιο μέχρι τον Πλούτωνα , ενδιάμεσοι σταθμοί καρδιές, αισθήματα συνθήματα. Αιώνες αίολοι κι η παλίντρομος αρμονία μακρυά.
Μα εσύ , μη σταματάς να πιστεύεις στο δυνατό αδύνατο, μην πάψεις να ελπίζεις στο ανέλπιστο. Να κόβεις τριαντάφυλλα κι ας ματώνεις . Να κάνεις σημαίες το αίμα , να προλάβεις το χαμό.
© Σκουρολιάκου Μαρία
Μνήμες απλώνουν τα χέρια στις γυρισμένες πλάτες . Μισοτελειωμένα ποιήματα γυρίζουν στον ήλιο, ελεύθεροι πολιορκημένοι. Οι λέξεις βιάζονται, η αγάπη επί ξύλου, οι άνθρωποι πέτρινα ονόματα, εκεί στο ματωμένο χώμα . Μια μήτρα φως ελπίζουν οι πάσχοντες . Ανάβουν κορμιά, σκεπάζουν τις κραυγές χορεύοντας οι λύκοι. Στο βάθος Νέμεση και δίκοπη προφητεία.
Ταξίδια από τον Ήλιο μέχρι τον Πλούτωνα , ενδιάμεσοι σταθμοί καρδιές, αισθήματα συνθήματα. Αιώνες αίολοι κι η παλίντρομος αρμονία μακρυά.
Μα εσύ , μη σταματάς να πιστεύεις στο δυνατό αδύνατο, μην πάψεις να ελπίζεις στο ανέλπιστο. Να κόβεις τριαντάφυλλα κι ας ματώνεις . Να κάνεις σημαίες το αίμα , να προλάβεις το χαμό.
© Σκουρολιάκου Μαρία